Στη
βορειοανατολική πλευρά του χωριού βρίσκονταν το σχολείο μας. Διθέσιο.
Δύο μεγάλες αίθουσες, διάδρομος και το γραφείο των δασκάλων. Έμοιαζε τεράστιο
και πανύψηλο σε σχέση με τα χαμόσπιτα που μέναμε εμείς. Το δάπεδο ήταν
σανιδένιο. Στο διάδρομο υπήρχε καταπακτή όπου αποθηκεύαμε τα ξύλα. Εκεί
έκλειναν οι Δάσκαλοι όσους τιμωρούσαν για τις αταξίες τους. Άσχημα βιώματα.
Όμως οι δάσκαλοι δεν είχαν και πολλές επιλογές. Ήμασταν δύσκολα παιδιά.
Ακαλλιέργητα. Η άγρια φύση μας επηρέαζε. Ειδικά οι δασκάλες είχαν πρόβλημα. Η
κ. Πέπη όμως μας έφερνε βόλτα. Ήταν και Διευθύντρια. Οι υπερβολές της δεν
έλειπαν. Όλοι θυμόμαστε ότι μας έβαλε όλο το σχολείο στη γραμμή και μας έδειρε με τη βέργα γιατί
σπάσαμε ένα κλαδί Γαριφαλιάς. Άραγε ποια αξία είχε το κλαδί μιας γαριφαλιάς σ’
ένα χωριό που την άνοιξη οργίαζε η βλάστηση.Ήταν μάλλον επίδειξη δύναμης.
Προσπάθεια επιβολής της αστικής ζωής, ακαταλαβίστικης σ’ εμάς.
Εντούτοις, στην αυλή του σχολείου καλλιεργούσαμε κήπο
με τα παρτέρια φτιαγμένα από μας. Για μας το σκάψιμο δεν ήταν τίποτε. Ήμασταν
εξοικειωμένοι με τα γεωργικά εργαλεία και το χώμα. Το βαθύ σκάψιμο και μπόλικη
χωνεμένη κοπριά που υπήρχε άφθονη, έκαμαν το θαύμα τους. Η ποικιλία των
λουλουδιών και των χρωμάτων ομόρφυνε την αυλή του Σχολείου μας.
Οι αίθουσες ήταν ευάερες και ευήλιες. Σαράντα –πενήντα
μαθητές η κάθε μια με τρεις τάξεις. Τις μικρές η δασκάλα και τις μεγάλες ο
δάσκαλος. Τις πρωινές ώρες κάναμε τα κύρια μαθήματα ενώ τις απογευματινές τα
δευτερεύοντα! (Μουσική, Ζωγραφική, Τεχνικά). Όταν ο δάσκαλος είχε μεράκι και
έπιαναν και τα χέρια του κάναμε θαύματα. Πώς να μη θυμηθώ τον κ. Χαριτάκη
Αθανάσιο; Δάσκαλος, καλλιτέχνης στη ζωγραφική και στα τεχνικά άφθαστος. Με
πριονάκι και κόντρα πλακέ φτιάχναμε τους ρυθμούς των εκκλησιών. Τοποθετούσε ένα
βάζο ή μια κανάτα στο τραπέζι και μας καλούσε να το ζωγραφίσουμε δίνοντάς μας
οδηγίες. Όσοι είχαν καλλιτεχνική φύση έφτιαχναν ωραίες ζωγραφιές. Αυτό
φαίνονταν και στους χάρτες που μας έβαζε να κάνουμε στο μάθημα της Γεωγραφίας.
Η δασκάλα μας, η κ. Πέπη Σερέτη , ήταν εξαιρετική
επιστήμων. Τώρα καταλαβαίνουμε τις μεθόδους που χρησιμοποιούσε για να μας μάθει
τα πρώτα γράμματα. Η πρώτη επαφή με τη γραφή ήταν μαζί της. Μας έβαζε στον
κόσμο του πνεύματος. Μας έπαιρνε σε πρωτόγονη κατάσταση και καλούνταν να μας
μυήσει σε αφηρημένες έννοιες εντελώς άγνωστες σε μας. Χωρίς βιβλία, μόνο με
τετράδια, μας αφηγούνταν ιστορίες που τις ακούγαμε για πρώτη φορά, μας έκαναν
εντύπωση. Ακούγαμε για τους άθλους του Ηρακλή, τον Τρωικό πόλεμο, τις
περιπέτειες του Οδυσσέα και των άλλων μυθολογικών προσώπων, τις ιστορίες της
Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης και μέναμε έκπληκτοι και με ανοιχτό το στόμα.
Δε χρειαζόταν να διαβάσουμε στο σπίτι. Tις θυμόμασταν αυτολεξεί. Η δασκάλα είχε
πετύχει το σκοπό της.
Στις μεγαλύτερες τάξεις είχαμε το δάσκαλο Χαριτάκη.
Σπουδαίος δάσκαλος. Όπως και η δασκάλα έμενε στο χωριό με την οικογένειά του. Η
γυναίκα του η κ. Ασημούλα και οι δύο κόρες του. Το σπίτι που νοίκιαζε ήταν στο
κέντρο του χωριού. Πηγαίναμε στο σπίτι του και παρατηρούσαμε ότι είχε ζωγραφισμένους
τοίχους. Έργο δικό του. Κάθε τόσο αγγάρευε κάποια από τ’ αγόρια, που με τα
γαϊδούρια πηγαίναμε στη βρύση (κιούνγκι), 2-3 χλμ μακριά, και μια και το χωριό
δεν είχε πόσιμο νερό ,φέρναμε από κει. Οι πιο πολλοί κάτοικοι πίναμε νερό από
το ποτάμι. Ο ίδιος ερχόταν μαζί μας με το δίκαννο και κυνηγούσε. Στο Σχολείο
και στο μάθημα ήταν αξιόλογος και αυστηρός δάσκαλος. Μας έμαθε καλά γράμματα.
Μας αγαπούσε και μας φρόντιζε. Στις Σχολικές γιορτές έστηνε ο ίδιος τα σκηνικά,
τα ζωγράφιζε μαζί μας, μας έντυνε με τις τοπικές στολές που υπήρχαν σε κάθε
σπίτι, αφού οι γιαγιάδες και οι παππούδες μας αυτά φορούσαν ακόμη.
Μας πήγαινε εκδρομές στα χωράφια και εκεί έπαιζε μαζί
μας ποδόσφαιρο. Είπα ποδόσφαιρο. Ναι, είχαμε μπάλες ποδοσφαίρου και παίζαμε στα
τσαΐρια με το φυσικό χλοοτάπητα. Στα διαλείμματα παίζαμε στο δρόμο. Ο καθένας
μας κολλούσε στο μέτωπό του τη φωτογραφία των μεγάλων ποδοσφαιριστών του
Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ και υποδύονταν το ρόλο του. Όλοι
θέλαμε να είμαστε ο Λουκανίδης, ο
Δομάζος, ο Νεστορίδης, ο Παπαϊωάννου κλπ. Έτοιμοι να τσακωθούμε για το ποιος
είναι ο καλύτερος.
Ο δάσκαλος λοιπόν ο Χαριτάκης έμενε στο χωριό. Έγινε
για τέσσερα χρόνια ένα με μας. Τα βράδια πήγαινε στα καφενεία και συζητούσε με
τους γονείς μας. Εκεί άνοιγε ένα άλλο σχολείο. Το καφενείο μετατρέπονταν σε
σχολή γονέων. Τους έλεγε ιστορίες και μάθαινε ιστορίες. Ήταν μαζί με τον
παπα-Θανάση ο πνευματικός πατέρας του χωριού.
Το εκκλησάκι στο μύλο είναι έργο δικό του. Έμπνευση, μελέτη και
εκτέλεση.
Στην τελευταία τάξη είχαμε άλλο δάσκαλο, τον Γιάννη
Μπακαλίδη. Καλοσυνάτος άνθρωπος. Άλλος χαρακτήρας. Τα πήγαινε καλά με την
διευθύντρια του Σχολείου και είχε καλύτερη συνεργασία.
Συνηθιζόταν όπως άλλωστε μέχρι σήμερα, μετά τις
εθνικές γιορτές η Κοινότητα να στέλνει στα σχολεία λουκούμια ως κέρασμα. Επειδή
όμως λεωφορείο δεν ερχόταν στο χωριό, παρά μόνο μέχρι το τελωνείο, όριζε η
διευθύντρια, ομάδα 4-5 ατόμων που πηγαίναμε μέχρι το τελωνείο όπου έφθαναν τα
κουτιά με τα λουκούμια για να τα μεταφέρουμε με τα γαϊδούρια (μη υπάρχοντος
άλλου μέσου) στο σχολείο. Χαράς ευαγγέλια για την ομάδα. Θα έτρωγε πιο πολλά
λουκούμια από τους άλλους. Πέρα από το ξεχωριστό κέρασμα του δασκάλου για τον
κόπο μας, θα βρίσκαμε τρόπο να φάμε κι
άλλα. Πώς μπορούσαμε να έχουμε επί 5 χλμ τα λουκούμια και να μην τα γευόμαστε.
Δεν είχαμε τόση εγκράτεια. Τι κάναμε λοιπόν. Όπως ήταν ξύλινα τα κουτιά,
ανοίγαμε το κουτί από κάτω, παίρναμε 4-5
λουκούμια και το ξανακαρφώναμε. Όταν το άνοιγε ο δάσκαλος από πάνω δεν
αντιλαμβάνονταν την έλλειψη ή έκανε πως δεν καταλάβαινε. Καθόμασταν και εμείς
στη σειρά και παίρναμε αυτό που δικαιούμασταν, όπως όλοι οι μαθητές. Ίσως
φαίνεται τώρα παράξενο, αλλά για μας που δεν τρώγαμε άλλα γλυκά γιατί δεν
υπήρχαν, κι αν υπήρχαν δεν είχαμε χρήματα ν’ αγοράσουμε, δεν ήταν καθόλου παράξενο.
Τρώγαμε όσο μπορούσαμε. Ποιος ξέρει πότε θα γευόμασταν πάλι λουκούμια. Την
επόμενη γιορτή.
Πολύ μου άρεσε το κόλπο με τα λουκούμια. Εφευρετικοί ήσασταν, μάλλον πεινασμένοι και φαίνεται κάνατε πράξη το "πενία τέχνας κατεργάζεται", γιατί είναι τέχνη να ανοίγεις το κουτί και να μην παίρνει είδηση ο δάσκαλος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίες μνήμες, ωραίες εποχές, αν και με πολλές δυσκολίες, πώς γίνεται και νοσταλγούμε εκείνες τις εποχές!
Πολύ μου άρεσε η όλη εξιστόρηση για το σχολείο και τους δασκάλους.
Έρρωσο!